less than 1 minute read

Πριονίσαμε τα φτερά μας,
σιγά σιγά,
με υπομονή,
με επιμονή.
Δεν σταματήσαμε
ακόμα και όταν τα
είχαμε ξεριζώσει όλα.
Μεθοδικά προχωρήσαμε,
να πνίξουμε τις σκέψεις μας,
τα θέλω μας,
τα πιστεύω μας,
τα ιδανικά μας.
Σειρά μετά είχαν τα μάτια μας,
βαλθήκαμε να σβήσουμε,
κάθε γυαλάδα,
κάθε σπιρτάδα,
κάθε επιθυμία,
κάθε φως μέσα τους.
Τέλος, αρχίσαμε
να κόβουμε τις σάρκες μας
να μην πονάνε,
να μην πεινάνε,
να μην διψάνε,
να μην λαχταράνε,
να μην ανατριχιάζουν.
Και όταν μείναμε ένα κουρέλι,
ένα σπασμένο κέλυφος,
όταν δεν επέμεινε τίποτα ζωντανό,
με ανάσα ζωής πάνω μας,
βαλθήκαμε να γκρεμίζουμε τον
διπλανό μας.