Τέλος Πάντων
Στα κιτρινισμένα από νικοτίνη δάχτυλα μου
παίζω το κομπολόι του πατέρα.
Το πήρα από το σπίτι όταν πέθανε,
μαζί με κάτι βιβλία, τα χαρτιά του,
2 καρέκλες σε καλή κατάσταση και
μια βαλίτσα φωτογραφίες.
Δεν την έχω ανοίξει ακόμα τη βαλίτσα,
τι να δω; Χαρούμενες στιγμές στις
διακοπές στο Γύθειο; Ή τα χιόνια στο
χωριο;
Τι να μου θυμίσει; Τότε που έπαιζα;
Δεν χρειάζεται.
Περάσανε αυτά, πάνε.
Τώρα τι κάνουμε είναι το θέμα.
Σήμερα είναι μια δύσκολη ημέρα,
τα χάπια δεν δούλεψαν καλά.
Πάλι δεν κοιμήθηκα καλά και σηκώθηκα
από τα άγρια χαράματα.
Μόνος στο σαλόνι, καπνίζοντας.
Ανάσα καθαρή δεν πρέπει να πήρα.
Τόσες σκέψεις μέσα στο μυαλό,
όλες όμως τόσο γρήγορες και τόσο θολές.
Καμία δεν μπορείς να πιάσεις να κάνεις
μια αρχή.
Περνάει η μία πίσω από την άλλη και τέλος
δεν έχει.
Δεν χρειάζεται πολύ, μια σκέψη να πιάσεις
να ξηλώσεις το κουβάρι μπας και αγγίξεις
ζωντανός το τέλος.
Τέλος πάντων, το έχω πλέον συνηθίσει.
Ευτυχώς δεν έχω κάτι να κάνω αυτή την
περίοδο.
Μόνο να καταναλώνω τον χρόνο και να
γλεντάω το επίδομα της ανεργίας.
Ανεργία.
Δεν είναι ανεργία αυτό είναι άρνηση
σκλάβου.
Σκλάβος πολυτελείας. Ναι αυτό θα έπρεπε
να κάνω. Να τα κονομάω 6-8 μήνες
να φεύγω μετά να τρώω τα μαζεμένα
και άντε πάλι πίσω.
Ναι αυτό.
Τέλος πάντων.
Θυμάμαι ο πατέρας μου δούλεψε,
και δούλεψε πολύ. Ε και; Σε ένα
δυάρι που δεν το έβλεπε ο ήλιος
μέσα σε αναμνήσεις χωμένος, να περάσει η ώρα,
ο μήνας, ο χρόνος
να έρθει΄το τέλος.
Τέλος πάντων.
Ωραία φράση.
Την χρησιμοποιώ πολύ, με έχει σώσει
ιδιαίτερα στα δύσκολα. Όταν έρχονται
τα δάκρυα λες ένα τέλος πάντων και
ξεμπερδεύεις.
Άντε πάλι οι σκέψεις. Πάλι τρέχουν χωρίς
να μπορώ να συγκεντρωθώ. Σαν να προσπαθώ
να με τρελάνω.
Να με διαλύσω από μέσα.
Ο εχθρός είναι μέσα μας όχι έξω.
Εμείς είμαστε ο εχθρός μας. Δεν μας αντέχουμε
και μας παλεύουμε.
Δεν μπορώ άλλο, με τραβάνε κάτω,
με βυθίζουν, λίγη ησυχία θέλω,
λίγη