less than 1 minute read

Λίγο πριν πεθάνει και χαθεί
σύρθηκε αργά μέσα στη σπηλιά του.
Το σκοτάδι διάλεξε να κρυφτεί
μήπως ο χρόνος τον χάσει από τη ματιά του.

Έμεινε εκεί ακίνητος, ήσυχος,
ο πάντα άλλοτε ανίκητος, ανήσυχος.
Τα μάτια του κάρφωσε στην είσοδο
περιμένοντας μήπως τελειώσει αυτός ο πόνος.

Μα τι με ρωτάτε, για ποιον πρόκειται;
ένας είναι αυτός που προσπαθεί στον κόσμο τούτο
να πιαστεί από άκρες και λάσπες
μέσα στις ψυχές τα σκοτάδια
το όνομα αυτού έρωτας ο πρώτος.